Κυριακή 31 Ιουλίου 2022

Η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη στη ζωή του πιστού

 


Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:

 «Η ΠΑΛΑΙΑ ΚΑΙ Η ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥ ΠΙΣΤΟΥ»

[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 21-7-1985] 

ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ[:Ρωμ.15,4]     

Ο Απόστολος Παύλος, αγαπητοί μου, επιθυμώντας να βοηθήσει τους πιστούς της Εκκλησίας της Ρώμης, γράφει τα εξής: «φείλομεν δ μες ο δυνατο τ σθενήματα τν δυνάτων βαστάζειν, κα μ αυτος ρέσκειν». «Εμείς», λέγει, «οι δυνατοί, εμείς που νομίζομε ότι μπορεί να έχομε κάποια δύναμη πνευματική, ας κρατήσομε τις ατέλειες εκείνων οι οποίοι έχουν ολιγοτέραν πνευματική δύναμη». Και για να στηρίξει αυτό, δηλαδή ότι δεν πρέπει να υπάρχει μία αυταρέσκεια, «μ αυτος ρέσκειν», αλλά πρέπει να βοηθούμε πραγματικά τους άλλους, αναφέρεται σε ένα πρότυπον. Και αυτό το πρότυπον είναι ο Ιησούς Χριστός· «δια τον Οποίον», λέγει, «εγράφη στην Παλαιά Διαθήκη: Ο νειδισμο τν νειδιζόντων σε πέπεσον π᾿ μέ». Ως να αποτείνεται ο Υιός προς τον Πατέρα λέγοντας: «Εκείνοι που ονείδιζαν Σένα, ω Πατέρα μου, τώρα ονειδίζουν Εμένα». Είναι από τον Ψαλμόν 68, στίχος 10.

Και εξ αφορμής όλων αυτών που σημειώνει ο Απόστολος, ότι δηλαδή πρότυπό μας είναι ο Χριστός, ο Οποίος επήρε επάνω Του τον ονειδισμόν του Πατρός εκ μέρους των Εβραίων που απέδιδαν εις τον Πατέρα, προβαίνει  σε μία γενικοτέρα μεγίστη αλήθεια. Ότι δηλαδή ό,τι εγράφη στην Παλαιά Διαθήκη, αφού ανεφέρθη εις τον Χριστόν, αυτό εγράφη και για μας εις την Καινή Διαθήκη. Και συνεπώς ολόκληρη η Αγία Γραφή, και η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη, είναι μία διαρκής και μόνιμος αξία. Γι΄αυτό σημειώνει και λέγει: «σα γρ προεγράφη(:διότι όσα γράφτηκαν πιο μπροστά, στην Παλαιά Διαθήκη), ες τν μετέραν διδασκαλίαν προεγράφη(:γράφτηκαν για τη δική μας διδασκαλία), να δι τς πομονς κα τς παρακλήσεως τν γραφν(:με την υπομονή και την ελπίδα και την παρηγορία των γραφών)  τν λπίδα χωμεν(:έχομε την ελπίδα της σωτηρίας)».

Ώστε λοιπόν αγαπητοί μου, να ένα μεγάλο θέμα εδώ, ότι η Παλαιά Διαθήκη βρίσκει το πλήρωμά της μέσα στην Καινή Διαθήκη  μέσα στον χρόνο, μέσα στην Εκκλησία, μέσα στους πιστούς· διότι ξαναλέγω άλλη μία φορά, εκείνο που λέγει «προεγράφη», προεγράφη για μας, για την Εκκλησία. Συνεπώς σήμερα η Παλαιά Διαθήκη, η οποία έχει φύγει από τη ζωή μας -προσπαθήσαμε να τη βγάλομε την Παλαιά Διαθήκη, από μία παρανόηση ή κακόβουλα, όπως θέλετε πάρτε το, θεωρούμε ότι ο Θεός της Παλαιάς Διαθήκης είναι κάποιος κακός Θεός, κάποιος αιμοβόρος Θεός, κάποιος εκδικητικός Θεός, ο οποίος δεν έχει καμία σχέση με τον Θεό της Καινής Διαθήκης. Βέβαια ένας μελετητής γρήγορα ανακαλύπτει ότι είναι ο ίδιος ο Θεός. Κι αν θέλετε, Εκείνος που ομιλεί εις την Παλαιά Διαθήκη, δεν είναι παρά ο Ίδιος Εκείνος που ομιλεί εις την Καινή Διαθήκη, δηλαδή ο Υιός. Ο Υιός ομίλησε εις το Σινά. Ο Υιός είπε: « Θεός πρ καταναλίσκον» ότι είναι. Ο Θεός είπε ότι είναι ζηλωτής κ.ο.κ. Ο Ίδιος που ενηνθρώπησε όταν ήλθε το πλήρωμα των καιρών.

Όταν λοιπόν ο Απόστολος Παύλος σημειώνει: «σα γρ προεγράφη», όσα γράφτηκαν για μας πιο μπροστά, αναφέρεται όπως βλέπετε στην Παλαιά Διαθήκη. Και θέλει να τονίσει ότι η Παλαιά Διαθήκη έχει  αμείωτον αξίαν, μόνιμον, για κάθε εποχή και για κάθε πιστό μέσα στην Εκκλησία.

Αλλά για να το καταλάβομε αυτό, επιτρέψατε να κάνομε μία πολύ μικρή και σύντομη ανάλυση. Και πρώτα πρώτα να δούμε το ιστορικόν μέρος της Παλαιάς Διαθήκης. Είναι γνωστό ότι η Παλαιά Διαθήκη έχει βιβλία ιστορικά, έχει ποιητικά, έχει και προφητικά. Και τα μεν ιστορικά αναφέρονται στην Ιστορία του Ισραήλ, τα ποιητικά είναι οι Ψαλμοί, ο Ιώβ κ.ο.κ., Άσμα Ασμάτων. Τα δε προφητικά είναι τα έργα των προφητών.

Ως προς τα ιστορικά βιβλία, όπως είναι τα πρώτα πέντε βιβλία, η Γένεσις, η Έξοδος, το Λευιτικόν, οι Αριθμοί και το Δευτερονόμιον, και τα παρακάτω ιστορικά βιβλία, όπως είναι ο Ιησούς του Ναυή, τα τέσσερα Βασιλειών κ.ο.κ., αυτά, αγαπητοί μου, θεωρούνται από τους αρνητάς του Χριστιανισμού, δυστυχώς και από πολλούς χριστιανούς, ότι είναι η Ιστορία του Ισραήλ, που για μας τους Έλληνες δεν μας ενδιαφέρει. «Έχομε τη δική μας την Ιστορία, γιατί πρέπει να μάθομε την Ιστορία του Ισραήλ; Ποιος ο λόγος;». Αυτό είναι το επιχείρημά τους.

Ύστερα, εμείς οι Έλληνες είχαμε μιαν άλλη τοποθέτηση. Η τοποθέτησις του Έλληνος είναι ο ορθός λόγος. Η τοποθέτησις του Εβραίου είναι η πίστις. Ο Έλληνας επινοεί. Ο Εβραίος δέχεται αποκάλυψιν. Εάν ο Εβραίος επινοήσει, αμαρτάνει απέναντι του αποκαλύπτοντος Θεού, του αποκαλυπτόμενου Θεού. Συνεπώς οι τοποθετήσεις μας είναι διαφορετικές. Εμείς, επειδή στηριζόμεθα εις τον ανθρώπινον λόγον, εμείς έχομε μια υπερηφάνεια. Όταν λέγω «Εμείς οι Έλληνες», οι αρχαίοι Έλληνες. Και καλύτερα, αν θέλετε, ο όρος «λλην» δεν είναι αυτός που συμπίπτει με τον γεωγραφικόν χώρον «λλην», αλλά είναι ο τρόπος με τον οποίον σκέπτεται ένας άνθρωπος. Και εμείς οι Έλληνες σκεφτήκαμε έτσι… Εμείς λοιπόν οι Έλληνες έτσι σκεφτόμαστε. Και σκεφτόμαστε ακόμη έτσι παρά ότι είμαστε Χριστιανοί. Και ερχόμαστε και λέμε: «Εμείς έχομε μια ένδοξη Ιστορία. Ένδοξη, που βγήκε από τις δικές μας τις δυνάμεις. Ποτέ δεν ήρθε ο Θεός να μας πει: ‘’Θα πολεμήσω μαζί σας’’. Οι Εβραίοι έχουν μία Ιστορία που όταν νικούν, νικά για λογαριασμό τους ο Θεός. Συνεπώς αυτό έρχεται σε αντίθεση με την υπερηφάνειά μας και δεν θέλομε τον Θεό της Παλαιάς Διαθήκης. Δεν θέλομε την Ιστορία του Ισραήλ. Δεν μας…-ας πω μια σύγχρονη έκφραση- δεν μας εκφράζει. Δεν το θέλομε, δεν μας αρέσει»… Αυτό είναι ένα βασικό επιχείρημα. Στο βάθος όμως πρόκειται περί μιας αγνοίας ή περί μιας κακοβούλου θέσεως.

Θα ήθελα να σας έλεγα, αγαπητοί μου, ότι η Ιστορία του Ισραήλ είναι μία τυπική Ιστορία. Μπορούσαν οι Εβραίοι να σταθούν όπως και οι Έλληνες. Αν μου πείτε ότι είναι Ασιάται, θα σας έλεγα ότι και οι Έλληνες είναι Ασιάται. Και οι Έλληνες ήρθαν από τα βάθη της Ασίας. Ναι. Και οι Έλληνες. Αν θέλετε, από τη Μεσοποταμία όλοι ξεκίνησαν. Κατά τη Γραφήν και κατά τους ανθρωπολόγους. Μην μου το πείτε αυτό. Θα μπορούσαν θαυμάσια να πολεμήσουν οι Εβραίοι. Απλώς ο Θεός δεν θέλει το πράγμα έτσι. Θέλει απλώς να μπει στην Ιστορία. Και μπαίνει στην Ιστορία μόνον ενός λαού. Για να μπει κατοπινά στην παγκόσμια Ιστορία. Έτσι, η Ιστορία του Ισραήλ είναι μία τυπική Ιστορία. Και όταν λέμε «τυπική» εννοούμε η Ιστορία εκείνη που βρίσκει την εφαρμογή της ως τύπος σε όλους τους λαούς της Γης. Και ένα βασικό σημείο είναι το εξής, στην Ιστορία την τυπική του Ισραήλ. Ο λαός, όταν είναι κοντά στον Θεό, έχει όλα τα αγαθά Του, όπως και στον Παράδεισον οι πρωτόπλαστοι. Όταν ο λαός φύγει μακριά από τον Θεό και λατρεύσει τα είδωλα, τότε ο Θεός τον τιμωρεί. Αυτή είναι η βασική, η κεντρική, η θεμελιώδης θέσις της ισραηλιτικής Ιστορίας· διότι αυτό βλέπομε σαν μια διοίκουσα θέση, μια διοίκουσα ιδέα, γραμμή, μέσα σε όλο το μήκος της Ιστορίας των Εβραίων.

Αυτό όμως εφαρμόζεται και εις τον καινούριο Ισραήλ. Και ποιος είναι ο νέος Ισραήλ; Ο Ισραήλ της Χάριτος, είναι οι Χριστιανοί. Είναι η εξ Εθνών Εκκλησία. Έτσι μπορούμε να πούμε: αν φύγομε εμείς οι Χριστιανοί από τον Θεό, τότε θα έχομε τις συνέπειες της αποστασίας μας· όπως είχε ο λαός του Ισραήλ κάποτε. Ακούστε, αγαπητοί μου, πώς το λέγει αυτό ο Απόστολος Παύλος, για να δείξει ότι η ιουδαϊκή ιστορία είναι μόνιμος και διαρκής προειδοποίησις δια την Εκκλησία των Εθνών, παντός Έθνους, ανά την Υφήλιον, όχι μόνον των Ελλήνων. Αναφερόμενος στην απείθεια του Ισραήλ εις την έρημο, γράφει στην Α΄προς Κορινθίους 10,10: «Τατα δ -όταν τιμωρήθηκαν οι Εβραίοι, αποστατήσαντες εις την έρημον και απειθήσαντες- τύποι μν γενήθησαν(:έγιναν για μας τύποι, μοντέλα, υποδείγματα. Ό,τι δηλαδή συνέβη εκεί, θα συμβεί κι εδώ), ες τ μ εναι μς πιθυμητς κακν, καθς κκενοι πεθύμησαν (:Για να μη γίνομε επιθυμηταί κακών, όπως κι εκείνοι έγιναν επιθυμηταί κακών· επεθύμησαν κρέας, επεθύμησαν τα σκόρδα, επεθύμησαν τα κρομμύδια, επεθύμησαν τα πράσα της Αιγύπτου και είπαν εις τον Μωυσέα: «Τι μας έφερες εδώ; Για να φάμε αυτό το διάκενο, αυτό το κούφιο, το κουτό προϊόν, δηλαδή το μάννα; Θα γυρίσομε πίσω στην Αίγυπτο». Έγιναν επιθυμηταί και ετιμωρήθησαν αυστηρά. Όπως εκείνοι ετιμωρήθησαν, έτσι κι εμείς θα τιμωρηθούμε εάν γίνομε επιθυμηταί· διότι εκείνοι έγιναν τύπος του νέου Ισραήλ, δηλαδή της Εκκλησίας)· μηδ γογγύζετε -λέει στη συνέχεια ο Απόστολος Παύλος-, καθς καί τινες ατν γόγγυσαν κα πώλοντο π το λοθρευτο(:Ούτε να γογγύζετε και να μεμψιμοιρείτε εναντίον του Θεού για κάθε περιπέτειά σας και διωγμό σας και δυσκολία σας -Όπως ακριβώς έγιναν και εκείνοι γογγυσταί. Στον τύπο πηγαίνει αμέσως- Και κατεστράφησαν από τον ολοθρευτήν άγγελον). Τατα δ πάντα τύποι συνέβαινον κείνοις, γράφη δ πρς νουθεσίαν μν, ες ος τ τέλη τν αώνων κατήντησεν (:Όλα αυτά συνέβαιναν τυπικώς, τυπολογικώς σε εκείνους, και γράφτηκαν για μας προς νουθεσίαν, τώρα που είμεθα εις το τέλος των αιώνων και πλησιάζει η Δευτέρα του Χριστού παρουσία)».

Ώστε λοιπόν βλέπομε εδώ ότι η διήγησις η ιστορική, η Ιστορία του Ισραήλ δεν είναι απόβλητη. Είναι αναγκαιοτάτη. Θυμηθείτε ακόμη ένα άλλο παράδειγμα. Ο ίδιος ο Κύριος, στο βιβλίο της Αποκαλύψεως, όταν αποτείνεται προς τον Επίσκοπον της Περγάμου, γράφει, λέγει: «λλ χω κατ σο λίγα(:Καλός είσαι, έχω όμως μερικά παράπονα μαζί σου), τι χεις κε κρατοντας τν διδαχν Βαλαάμ, ς δίδαξε τν Βαλκ βαλεν σκάνδαλον νώπιον τν υἱῶν ᾿Ισραλ κα φαγεν εδωλόθυτα κα πορνεσαι. οτως χεις κα σ κρατοντας τν διδαχν τν Νικολαϊτν μοίως. Μετανόησον ον». «Εκεί», λέγει, «στην επαρχία σου, την Πέργαμο, στη Μικρά Ασία, έχεις τη διδαχή του Βαλαάμ, αυτού του ειδωλολάτρου μάγου, που επρότεινε εις τον Βαλάκ, τον βασιλέα των Μωαβιτών, με τι τρόπους να κερδίσει τους Εβραίους». Δηλαδή με άλλα λόγια, με τι τρόπους να κάνει τον Θεό να οργιστεί ο Θεός εναντίον των Εβραίων και τελικά οι Εβραίοι να νικηθούν από τους Μωαβίτας. Τι; Πονηροτάτη μέθοδος, δαιμονική. «Βάλτους», λέει, «να θυσιάσουν στους θεούς σου και βάλτους να πορνεύσουν με τις γυναίκες σου, τα κορίτσια σου και θα δεις τότε, επειδή ο Θεός τους δεν τα θέλει αυτά, θα οργιστεί εναντίον των, θα τους εγκαταλείψει, θα τους τιμωρήσει και τότε θα τους κερδίσεις εσύ». Λέει λοιπόν τώρα ο Χριστός: «Όπως τότε ο Βαλαάμ επρότεινε στον Βαλάκ εκείνα κι εκείνα, έτσι κι εσύ έχεις μερικούς τέτοιους στη μητροπολιτική σου επαρχία. Μετανόησε λοιπόν, γιατί έρχομαι γρήγορα να μετακινήσω τη λυχνία σου. Δηλαδή να σε κάνω να φύγεις από τον τόπον αυτόν». Πού αναφέρθηκε ο Χριστός; Σε μια ιστορία παλιά. Είναι αυτή η ιστορία γραμμένη στο βιβλίο των Αριθμών, δηλαδή σε ένα βιβλίο της Πεντατεύχου.

Βλέπετε, αγαπητοί μου, πώς η Παλαιά Διαθήκη μπαίνει στη ζωή μας την ίδια;  Αλλά, γενικά, όπως λέει στην προς Εβραίους ο Απόστολος Παύλος: «Ε γρ πσα παράβασις κα παρακο λαβεν νδικον μισθαποδοσίανπς μες κφευξόμεθα τηλικαύτης μελήσαντες σωτηρίας;». «Εάν», λέγει, στην Παλαιά Διαθήκη, «κάθε παράβαση και κάθε παρακοή εύρισκε τον δάσκαλό της, ετιμωρείτο δηλαδή, εμείς, εμείς που έχομε το αίμα του Χριστού και δεν έχομε το αίμα των θυσιών, που έχομε κάτι παμμέγιστο και τεράστιο, εάν υποτεθεί ότι αμαρτάνομε, εάν υποτεθεί ότι αμελούμε, πόσο περισσότερο σε μας τα πράγματα θα αποβούν σε τιμωρία;». Ώστε λοιπόν διδάσκαλος σοφός το ιστορικόν μέρος της Παλαιάς Διαθήκης.

Έρχεται κατόπιν, αγαπητοί μου, το πνευματικόν μέρος και το σωτηριολογικόν της Παλαιάς Διαθήκης, που είναι η πίστις. Είναι πολλά, αλλά κυριότατα, κυριότατα είναι η πίστις. Αναφέρεται ο Απόστολος Παύλος στην Ρωμαίους 4,23 στον Αβραάμ, ότι δια της πίστεως δικαιώθηκε και λέγει: «Οκ γράφη δ δι᾿ ατν μόνον τι λογίσθη ατ -εις δικαιοσύνην- λλ κα δι᾿ μς ος μέλλει λογίζεσθαι, τος πιστεύουσιν π τν γείραντα ησον τν Κύριον μν κ νεκρν». «Δεν λογαριάστηκε μόνον εις δικαίωσιν, εις αρετήν η πίστις του Αβραάμ, που επίστευσε ότι θα γεννήσει υιόν, ενώ ήταν 100 χρονών άνθρωπος και η Σάρα 90, αλλά το ίδιο πράγμα συμβαίνει κι εμάς, το ίδιο θα λογαριαστεί, εις δικαίωσιν εάν κι εμείς πιστεύσομε». Γιατί παίρνει τον Αβραάμ; Ο Αβραάμ είναι μπροστά στη νεκρή μήτρα της Σάρας, από την οποίαν  γεννιέται ο Ισαάκ, ο φορέας της επαγγελίας ενός λαού. Ο πιστός είναι μπροστά στον νεκρόν Ιησούν, στον τάφο του Χριστού, από τον οποίον τάφον βγήκε ο αναστημένος Χριστός. Το ίδιο πράγμα. Εκείνος πίστευσε στην ανάσταση ενός λαού, ο Αβραάμ. Εμείς πιστεύομε εις την ανάστασιν του Χριστού. Το στοιχείον; Κοινόν. Ποιο; Η πίστις.

Ακόμη η Παλαιά Διαθήκη, αγαπητοί μου, προσφέρεται ως προφητικός λόγος. Όχι μόνον γιατί πρέπει να μελετούμε την Παλαιά Διαθήκη, για να μάθομε Ποιος είναι ο Χριστός, την ταυτότητά Του, αλλά και διότι οι προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης, όλες δεν εξεπληρώθησαν, αλλά θα εκπληρωθούν. Και ακόμη ένα άλλο. Υπάρχουν προφητείες στην Παλαιά Διαθήκη, οι οποίες αλλεπαλλήλως μέσα στην Ιστορία, έως το τέλος της Ιστορίας θα εκπληρούνται διαρκώς. Να σας πω μία προφητεία: «Εάν με ακούσετε», λέγει ο Θεός, δια του προφήτου Ησαΐου, «θα φάτε τα αγαθά της γης· εάν δεν με ακούσετε, θα σας φάει μαχαίρι». Και ύστερα από λίγα χρόνια, από 200 χρόνια, τρώει μαχαίρι το βόρειο Βασίλειο και ύστερα από 300 χρόνια τρώει μαχαίρι και το νότιο Βασίλειο. Αυτή η προφητεία όμως επαληθεύεται πάντοτε. Όποτε ακούμε τον Θεό, τρώμε τα αγαθά της γης. Όποτε δεν Τον ακούμε, μάχαιρα εμάς μας περιμένει να μας κόψει. Είναι χρήσιμος λοιπόν ο προφητικός λόγος όχι μόνο ο αναφερόμενος εις τον Χριστόν, αλλά και εις ημάς.

Ακόμα, αγαπητοί μου, η Παλαιά Διαθήκη προσφέρει τον ηθικόν νόμον. Ο ηθικός νόμος προϋποτίθεται εις την Παλαιά Διαθήκη όταν τον έχομε εις την Καινή Διαθήκη. Ο Χριστός είπε: «κούσατε τι ρρέθη τος ρχαίοις.. γ δ λέγω μν». Τι κάνει; Συμπληρώνει. Αλλά τι συμπληρώνει; Κάτι που υπάρχει. Πού υπάρχει; Στην Παλαιά Διαθήκη. Δεν μπορείς να αγνοήσεις την Παλαιά Διαθήκη και τον ηθικό της νόμο. Θα τον δεχθείς συμπληρωμένον από την Καινή Διαθήκη· διότι η Παλαιά «γένετο παιδαγωγός ες Χριστόν», όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος, εάν υποτεθεί ότι παρουσιάζει ατελείας.

Πέμπτον. Ακόμη και αυτός ο  τελετουργικός νόμος, ο οποίος βεβαίως κατηργήθη, δεν έχομε τις θυσίες της Παλαιάς Διαθήκης και κατηργήθη, γιατί λέτε; Γιατί έχομε το πρωτότυπο· διότι πλέον ο μόσχος ή ο αμνός είναι ο Ιησούς Χριστός. Δεν έχομε ανάγκη λοιπόν θυσιών. Αφού έχομε ήδη το πρωτότυπον. Εκεί είχαμε τα αντίτυπα. Πάλι όμως έχομε την έννοιαν της θυσίας. Τι είναι η Θεία Λειτουργία; Είναι θυσία. Κεντρικό σημείο της λατρείας, ποιο είναι; Η θυσία στην Παλαιά Διαθήκη. Κεντρικόν σημείον της λατρείας στην Καινή Διαθήκη, τι είναι; Η Θεία Λειτουργία, η θυσία του Χριστού. Γενικά δηλαδή θα λέγαμε, ακόμη αν θέλετε και η καθαρά λατρεία. Έπρεπε να πλυθούν χέρια πόδια οι ιερείς. Εμείς πλενόμαστε τυπικώς, για να εκφράσομε την εσωτερική καθαρότητα. Κεντρικά σημεία μένουν τα ίδια.

Θέλετε ακόμη ένα έκτον σημείον; Διατάξεις της Παλαιάς Διαθήκης που μας παραξενεύουν σήμερα και που αναφέρονται στην καθημερινότητα, αυτές έχουνε μία αναφορά, αναφορική, πνευματική διάσταση. Δηλαδή ετούτο σημαίνει ετούτο. Ένα μικρό παράδειγμα. Λέγει: «Δεν θα βάλει φίμωτρο εις το ζώο που σου αλωνίζει». Θα πει κάποιος: «Ε, τώρα τι να κάνομε μ’ αυτό, πρέπει να το τηρήσομε;» Ακούστε τι λέγει ο Απόστολος Α΄Κορ.9,9: «ν γρ τ Μωϋσέως νόμ γέγραπται· ο φιμώσεις βον λοντα». «Είναι γραμμένο», λέει, «στον μωσαϊκό νόμο: ‘’Δεν θα βάλεις φίμωτρο στο βόδι που αλωνίζει, είναι στο αλώνι μέσα και πατάει και αλωνίζει’’». «Μ τν βον μλει τ Θε; (:Μήπως ενδιαφέρεται ο Θεός για τα βόδια;) δι᾿ μς πντως λγει; (:ή το λέγει για μας αυτό;). Δι᾿ μς γρ γρφη, τι π᾿ λπδι φελει ροτριν ροτριν, κα λον τς λπδος ατο μετχειν π᾿ λπδι». «Για μας», λέει, «γράφτηκε: ότι άξιος εργάτης του μισθού αυτού. Θα αροτριάς και θα αλωνίζεις στο χωράφι και στο αλώνι της ελπίδος». «Για μας», λέει, «γράφτηκε».

Ένα άλλο. «Όταν θα κάνεις», λέει, «ύφανση, ύφανση, πανί, μη βάλεις λινάρι και μαλλί μαζί. Ή λινάρι ή μαλλί. Όχι και τα δύο μαζί». Γιατί; Έχει σημασία αυτό. Μην είσαστε τεροζυγοντες, που λέει ο απόστολος Παύλος. Το λέει ο ίδιος. «Μη βάλεις το ζευγάρι σου», το λέει και η Παλαιά Διαθήκη, «άλογο και βόδι, ή όνο και βόδι. Δεν μπορούν αυτά να πάνε καλά»· που σημαίνει «τεροζυγοντες πίστοις» τώρα ο Απόστολος Παύλος, «δεν μπορείς να κάνεις παρέα με τον άπιστον άνθρωπον». Έχει σημασία. Έχει σημασία. Έχει δηλαδή πνευματικήν αναγωγήν, αναφορά το θέμα αυτών των διατάξεων μέσα στην Παλαιά Διαθήκη.

Αλλά, αγαπητοί μου, με δύο λόγια ας ξαναγυρίσουμε στο κείμενό μας, αυτό που ο Απόστολος Παύλος μας είπε εις την σημερινήν αποστολική περικοπή.  «σα γρ προεγράφη, ες τν μετέραν διδασκαλίαν προεγράφη, να δι τς πομονς κα τς παρακλήσεως τν γραφν τν λπίδα χωμεν». Τι σημαίνει; «Για μας» λοιπόν, «δηλαδή για την Καινή Διαθήκη προεγράφη ό,τι προεγράφη στην Παλαιά Διαθήκη, με σκοπό την ανάπτυξη της υπομονής και της παρηγορίας των γραφών, για να αποκτήσομε την ελπίδα της σωτηρίας εν Χριστώ». Καθαρότερα το λέγει ο Απόστολος Παύλος ως εξής, Β΄Τιμ.3,16: «Πσα γραφ -πᾶσα γραφὴ- θεόπνευστος κα φέλιμος πρς διδασκαλίαν». Ποια είναι αυτή η «πσα γραφ»; Και η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη. Αν το θέλετε, τον καιρό που γράφει ο Παύλος, έχει υπόψιν του μόνο την Παλαιά Διαθήκη. Λοιπόν, Παλαιά και Καινή Διαθήκη θεόπνευστος και ωφέλιμος προς διδασκαλίαν, πρς λεγχον, πρς πανόρθωσιν, πρς παιδείαν τν ν δικαιοσύν». Βλέπετε; Πσα γραφὴ. Το προσέξατε αυτό; Πσα γραφ. Και ποιος ο σκοπός της μελέτης του λόγου του Θεού; «Πρς λεγχον, πρς πανόρθωσιν, πρς παιδείαν». Να παιδαγωγηθούμε. Να γυρίσομε πίσω στον Θεόν. Και ο σκοπός αυτών ποιος είναι; «να ρτιος το Θεο νθρωπος, πρς πν ργον γαθν ξηρτισμένος (:Για να είναι ο άνθρωπος του Θεού άρτιος, ολόκληρος, σωστός)». Ω, αυτή η αρτιότης του ανθρώπου, μόνον εις τον Χριστιανισμόν υπάρχει. Είναι κάτι θαυμαστό αγαπητοί.

Αγαπητοί μου, ολόκληρη η Αγία Γραφή, ολόκληρη, Παλαιά και Καινή Διαθήκη, είναι ο μοναδικά αλάνθαστος οδηγός πάσης φύσεως προβλημάτων ανθρωπίνων. Αλάνθαστος οδηγός και λύτης όλων αυτών των ανθρωπίνων προβλημάτων. Δεν υπάρχει τίποτε περιττόν μέσα στην Αγίαν Γραφήν. Αν έχει η Παλαιά Διαθήκη επαναλήψεις, είναι οι επαναλήψεις του δασκάλου ή του εκπαιδευτού στον στρατό, που το λέει και το ξαναλέει με σκοπό την εντύπωσιν. Παν ό,τι αφορά τη σωτηρία μας είναι γραμμένο μέσα στην Αγία Γραφή. Παλαιά και Καινή Διαθήκη. Δεν υπάρχει τίποτε μα τίποτε που να μην αναφέρεται εις τη σωτηρία μας. Ή κάτι που να ζητούμε και να μην είναι γραμμένο εκεί μέσα.

Γι΄αυτό, αγαπητοί, να γίνει ο λόγος του Θεού ένα καθημερινό μας εντρύφημα, για να γίνομε κατά Θεόν σοφοί. Όπως λέγει στον Τιμόθεο ο Απόστολος: «πό βρέφους τ ερ γράμματα οδας, τ δυνάμεν σε σοφίσαι ες σωτηρίαν». «Από νήπιο ξέρεις τα γράμματα τα ιερά, που μπορούν να σε κάνουν σοφό». Και σεις να γίνετε σοφοί και τα παιδιά σας από μικρά βοηθήσατέ τα, καθοδηγήσατέ τα στις αθάνατες σελίδες του λόγου του Θεού, της Αγίας Γραφής. Ο λόγος του Θεού είναι ζωντανός. Γιατί πίσω από τα γράμματα τα τυπωμένα είναι ένα πρόσωπον, ο Λόγος του Θεού.

Γι΄αυτό λέγει στην προς Εβραίους 5,12 ο Απόστολος Παύλος: «Ζν γρ λόγος το Θεο(:Γιατί ζώντας ο λόγος του Θεού) κα νεργς κα τομώτερος πρ πσαν μάχαιραν δίστομον κα κριτικς νθυμήσεων(:έρχεται και σε σκαλίζει)  κα ννοιν καρδίας, κα οκ στι κτίσις φανς νώπιον ατο(:Δεν υπάρχει κάτι που είναι σκεπασμένο στον λόγο του Θεού), πάντα δ γυμν κα τετραχηλισμένα τος φθαλμος ατο, πρς ν μν λόγος. Γιατί; Διότι δεν είναι τα τυπογραφικά στοιχεία ο λόγος του Θεού. Είναι ένα πρόσωπον. Και το πρόσωπον αυτό είναι το δεύτερον πρόσωπον της Αγίας Τριάδος, που ενηνθρώπησε, ο Υιός και Λόγος του Θεού, ο Ιησούς Χριστός. Γι΄αυτό έχει δίκαιο ο Ιερός Χρυσόστομος που σημειώνει και λέγει: «γαπητοί, δύνατον, δύνατον σωθναι νευ τς τν θείων Γραφν ναγνώσεως». Είναι αδύνατον, είναι αδύνατον να σωθεί κανείς χωρίς να μελετά τον λόγο του Θεού· και την Καινή και την Παλαιά Διαθήκη.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ

και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,

μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια:

Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

  • Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
  • http://www.arnion.gr

Η καταγωγή της Ευχής του Ιησού και η αξία της Αρχιμανδρίτης Αθανάσιος Μυτιληναίος

 


Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:

«Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΕΥΧΗΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΚΑΙ Η ΑΞΙΑ ΤΗΣ»

[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 25-7-1982]

ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ[: Ματθ. 9, 27-35]

Κάποτε, αγαπητοί μου, ο Κύριος, διερχόμενος σε έναν τόπον, Τον συνήντησαν δύο τυφλοί, οι οποίοι έκραζαν: «ησο, υέ Δαυΐδ, λέησον μς». «Ιησού, απόγονε του Δαβίδ», δηλαδή Μεσσία, «ελέησέ μας».

Είναι πολύ συγκινητικό να βλέπει κανείς τυφλούς ανθρώπους γενικά ασθενείς, να σπεύδουν να βρουν την υγεία των, πολύ δε περισσότερο, όταν αυτή είναι όρασις και δεν βλέπουν γύρω τίποτα, παρά μόνο σκοτάδι, να σπεύδουν να ζητήσουν την θεραπεία τους από τον Θεό. Αλλά εκείνο που κάνει κατάπληξη είναι ότι εκείνοι που είχαν τα μάτια τους δεν έβλεπαν, για να ομολογήσουν τον Ιησού «υιό του Δαβίδ». Δηλαδή Μεσσία. Διότι ο τίτλος «υός Δαυΐδ» σημαίνει Μεσσίας, δηλαδή Χριστός. Εκείνοι που δεν είχαν τα μάτια τους και δεν είχαν δει κανένα θαύμα, παρά μόνο είχαν μάθει, είχαν ακούσει, συνεπώς είχαν πιστέψει, αυτοί να ομολογούν τον Ιησούν «υόν Δαυΐδ». Κάνει εντύπωση αυτό. 

Και λίγο πιο κάτω, όταν ο Κύριος θα τους πει «Τι θέλετε;», μάλιστα επί λέξει να σας το πω: «Πιστεύετε τι δύναμαι τοτο ποισαι;». «Πιστεύετε -Είδατε; Στη πίστιν ο Κύριος μένει- ότι αυτό Εγώ μπορώ να το κάνω;». «Λέγουσιν ατ· ναί, Κύριε». Δεν λέγουν: «Ναι, Ιησού». Δεν λέγουν: «Ναι, υιέ Δαβίδ». Αλλά λέγουν: «Ναί, Κύριε». Συνεπώς με το να πουν «Κύριον» τον Ιησούν, ομολογούν την θεότητά Του. Με το να πουν τον Ιησούν «ησον», ομολογούν την ανθρωπότητά Του. Και με το να Τον ονοματίσουν «υόν Δαυΐδ», δηλαδή Μεσσίαν, δηλαδή Χριστόν, ομολογούν την θεανθρωπίνη Του φύση και το θεανθρώπινον έργον της σωτηρίας. Είναι καταπληκτικό.

Αλλά όμως, αγαπητοί μου, η τύφλωσις δεν είναι τόσο σπουδαίο πράγμα, όταν είναι στα μάτια. Τι τώρα, τι αύριο, τι του χρόνου, τι κάποια μέρα, θα κλείσουμε τα μάτια μας. Και θα τα ανοίξομε σε μιαν άλλη ζωή. Αλλά τα μάτια μας δεν θα τ’ ανοίξομε σε μιαν άλλη ζωή, αν από τούτη τη ζωή δεν έχουν ανοίξει κάποια άλλα μάτια. Και αυτά είναι τα μάτια της ψυχής. Συνεπώς εδώ δεν πρόκειται περί τυφλών στο σώμα. Αλλά περί τυφλών στην ψυχή. Όλοι οι άνθρωποι είμεθα τυφλοί. Σε τι; Στο να δούμε τον Θεό. Αν το θέλετε, ο Χριστός εθεράπευε όχι βεβαίως για να φέρει κάποιαν κοινωνικήν, θα λέγαμε, ευτυχίαν. Απόδειξις ότι η Εκκλησία που άφησε στον κόσμον αυτόν και το Πνεύμα το Άγιον, που μένει μέσα στην Εκκλησία, δεν θεραπεύει όλους τους αρρώστους. Έχομε πολλούς αρρώστους. Και οι πιο πολλοί άγιοι, αν όχι όλοι, ήσαν άρρωστοι. Συνεπώς δεν έκανε ο Χριστός θαύματα για να αφήσει μια κληρονομιά θεραπείας όσων θα προσήρχοντο εις την Εκκλησία Του. Τότε η πίστις θα κατηργείτο. Ο Χριστός έκανε θαύματα για να πιστώσει την θεότητά Του. Αλλά και κάτι παραπέρα. Ο Χριστός άνοιγε τα μάτια των τυφλών, τα αυτιά των κωφών και φυγάδευε τους δαίμονες από τους ανθρώπους, για να μπορούν οι άνθρωποι με τις αισθήσεις τους και με τον νου τους να δουν τον Θεό. Ακούσατε· να δουν τον Θεό. Γιατί αυτοί που έβλεπαν τον Ιησούν, έβλεπαν τον Θεό. Γιατί ήταν ο Ενανθρωπήσας Θεός.

Έτσι λοιπόν οι αισθήσεις αποκαθίστανται, για να δει ο άνθρωπος όχι με τα μάτια μόνο της ψυχής, αλλά και με τα μάτια του σώματος τον Θεό. Αυτό το πράγμα είναι ακατανόητο και πολλοί θα ‘θελαν να το ψιλοκόψουν, δηλαδή να το κάνουν ιδεαλισμόν, βγάζοντας τα μάτια του σώματος, τάχα για να δουν μόνο με τα μάτια της ψυχής των τον Θεό. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης λέγει στην πρώτη του επιστολή την καθολική ότι «ψόμεθα Ατόν καθώς στίν». «Θα Τον δούμε όπως είναι και όπως είμαστε». Όπως θα αναστηθούμε με τα σώματά μας, με τα πλήρη σώματά μας, θα δούμε και Εκείνον με την πλήρη Του σωματική ύπαρξη, που είναι στον ουρανό. Δηλαδή θα Τον δούμε όπως είμαστε, όπως είναι. Γι’ αυτό άνοιγε ο Χριστός τα μάτια και τα αυτιά θεράπευε κ.ο.κ.

Αλλά, αγαπητοί μου, εδώ πρέπει να μείνομε σε κάτι. Τι είναι εκείνο που άνοιξε τελικά τα μάτια αυτών των δύο τυφλών; Ήταν μία κραυγή. Μάλιστα μία συνεχής κραυγή. Λέγει εδώ ότι οι τυφλοί έκραζαν. Και μάλιστα ο Κύριος δεν τους πρόσεξε -σκοπίμως, εντός εισαγωγικών- για να αποφύγει το πλήθος, που θα έκανε το θαύμα αυτό, κι όταν μπήκε σε ένα σπίτι, οι τυφλοί αυτοί μπήκαν κι αυτοί μέσα στο σπίτι κι εκεί ακόμη συνέχισαν να κράζουν: «Υέ Δαυΐδ, λέησον μς!». Συνεπώς έβλεπαν, είχαν μπροστά τους τον Ιησούν, του Οποίου το πρόσωπον δεν αμφισβητούν, προς τον Οποίον αποτείνονται. Γι΄αυτό σας είπα, το «Ιησούς» δεν το ονομάζουν εδώ αλλά προϋποτίθεται,  Τον αποκαλούν «υόν Δαυΐδ». Τι είναι εκείνο που τους έκανε να ανοίξουν τα μάτια τους; Αυτή η ομολογία. Προσέξατέ την. «Ιησού, υιέ Δαβίδ», συ που είσαι Κύριος, «ελέησέ μας».

Δηλαδή να το βάλω σε μία τάξη. «Κύριε»· γιατί το «Ιησού, υιέ Δαβίδ» θα πει «Χριστέ», «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησέ μας». Σας λέει τίποτα αυτό; Είναι η γνωστή προσευχή. Η γνωστή ευχή. «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον ημάς». Αυτή είναι η ευχή. Δεν είναι λοιπόν παρά η καταγωγή της ευχής, της γνωστής ευχής «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» ή «λέησον μς» , η καταγωγή της είναι από την Αγία Γραφή. Δεν είναι επινόησις των ανθρώπων. Μας την εδίδαξαν και οι Απόστολοι ακόμα. Δεν έχω τον χρόνο να σας πω πιο πολλά. Ο Απόστολος Παύλος, ο Απόστολος Πέτρος και ο ευαγγελιστής Ιωάννης, που αναφέρονται ακριβώς σ’ αυτήν την επίκλησιν του Ιησού Χριστού. Και αυτό το παντοδύναμο όνομα, γιατί πίσω από το όνομα είναι ένα παντοδύναμο πρόσωπο, το πρόσωπο του Θεανθρώπου Ιησού, του τελείου Θεού, του τελείου ανθρώπου· που έχει ειδικήν αποστολή από τον Πατέρα, για την σωτηρία του κόσμου ολόκληρου. Αυτό το πρόσωπο είναι το παντοδύναμο. Μπροστά στο οποίο κάμπτει παν γόνυ, επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων. Αυτό λοιπόν άνοιξε τα μάτια των τυφλών.

Λοιπόν κι εμείς… ω κι εμείς, μη ζητούμε… δεν μας το απαγορεύει ο Θεός να ζητήσομε και την θεραπεία του σώματός μας, αγαπητοί μου, δεν μας το απαγορεύει· είπε να το ζητούμε κι αυτό. Πολλές φορές όμως η αγάπη Του δεν μας δίνει την θεραπεία σε μία σωματική μας αρρώστια.  Πρέπει όμως να γίνει  καλά η ψυχή μας οπωσδήποτε. Οπωσδήποτε. Γι’ αυτό λοιπόν, με την τύφλωση που έχομε και δεν μπορούμε να δούμε τον Θεό, δεν μπορούμε να νιώσομε την παρουσία Του, δεν μπορούμε να Τον εγγίσομε,  εκείνο που θα μας κάνει να Τον εγγίσομε, να Τον πλησιάσομε, είναι αυτή η ευχή: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με».

Αλλά ας προσέξομε, αγαπητοί μου, κάτι εδώ. Η προσευχή αυτή η τόσο μικρή, ευμνημόνευτη, είναι πλήρης προσευχή. Όταν λέμε «πλήρης προσευχή» σημαίνει έχει όλα εκείνα τα στοιχεία, για να αποτελέσει μία προσευχή. Και να γίνει ευπρόσδεκτη από τον Θεό. Αν έχετε προσέξει, στις προσευχές της Εκκλησίας μας, που πρότυπον είναι η Κυριακή Προσευχή, το «Πάτερ μν» υπάρχουν δύο θέσεις ή καλύτερα, δύο τμήματα. Στο πρώτο τμήμα, το οποίον είναι και πρώτον, προτάσσεται δηλαδή, αναφερόμεθα εις τον Θεόν και τις ιδιότητές Του. Στο δεύτερο τμήμα αναφερόμεθα εις τα προβλήματά μας. Πάρτε το «Πάτερ μν». Κοιτάξτε: «Πάτερ μν ν τος ορανος, γιασθήτω τ νομά Σου, λθέτω βασιλεία Σου, γενηθήτω τό θέλημά Σου». Αυτά όλα αναφέρονται στο πρόσωπον του Θεού. Μετά στα δικά μας θέματα: «Γενηθήτω τό θέλημά σου ς ν οραν κα π τς γς. Τν ρτον μν τν πιούσιον δς μν σήμερον· κα φες μν τ φειλήματα μν, ς κα μες φίεμεν τος φειλέταις μν· κα μ εσενέγκς μς ες πειρασμόν, λλ ῥῦσαι μς π το πονηρο». Αιτήματα δικά μας. Σε κάθε, λοιπόν, προσευχή έχομε αυτά τα δύο τμήματα. Την θεολογία, δηλαδή αποτεινόμεθα στον Θεό και στα ζητήματά μας. Όταν λέμε όμως «την θεολογία» αναφερόμενοι στην θεολογία, αναφερόμεθα στην δοξολογία του Θεού. Γιατί όταν πω τον Θεό «Πατέρα», αυτό είναι δόξα· διότι είναι Πατήρ και Τον ομολογώ Πατέρα. Συνεπώς είναι μία δόξα προς τον Θεό. Όταν πω «να αγιασθεί», δηλαδή να δοξαστεί το όνομά Του, είναι μία δόξα στον Θεό. Έχω προσέξει, υπάρχουν ευχές, και μάλιστα λειτουργικές, όπως είναι η ευχή του Τρισαγίου Ύμνου, που λέμε στην Θεία Λειτουργία, τα τρία τέταρτα της όλης ευχής είναι δοξολογία προς τον Θεό. Συνεπώς είναι το πρώτο τμήμα. Γι΄αυτό λέγει κανείς με έναν τόνο φωνής κατά τέτοιο τρόπο, που αποτείνεται βέβαια προς τον Θεό, εκεί αλλάζει τον τόνο της φωνής, για να πάει στο τελευταίο τέταρτο του όλου μεγέθους της ευχής, που αποτείνεται στο να μας συγχωρεθούν οι δικές μας οι αμαρτίες και να μας αξιώσει ο Θεός κι εμείς να ψάλλομε τον Τρισάγιον Ύμνον.

Έτσι κι εδώ, αυτή η ευχή είναι πλήρης. Ακούσατέ την. «Κύριε Ιησού Χριστέ» είναι το πρώτον μέρος, το θεολογικόν. «Ελέησόν με». Είναι το δεύτερον μέρος. Εκείνο που αφορά σε μένα, τον άνθρωπο. Ώστε, λοιπόν, να μία πλήρης προσευχή.

Αλλά, αγαπητοί μου, ας την αναλύσομε. Όταν λέμε «Κύριε» στο δεύτερον πρόσωπον της Αγίας Τριάδος, Το αποκαλούμε «Θεόν». Διότι ο τίτλος «Κύριος» θα πει Θεός. «Ιησού» θα πει «άνθρωπος». Συνεπώς εδώ ομολογούμε ότι ο Ιησούς είναι και Θεός είναι και άνθρωπος πλήρης. «Κύριε Ιησού Χριστέ». Το «Χριστέ» θα πει Μεσσίας, που θα πει το ειδικό έργο που ανέλαβε ο Ενανθρωπήσας Υιός του Θεού. Ήτοι, η Ενανθρώπησις, ο Σταυρός, η Ανάστασις, η Ανάληψις, η Δευτέρα Του παρουσία. Όλα αυτά είναι στον κύκλο του Μεσσίου. Συνεπώς το απολυτρωτικόν έργον του Μεσσίου για τον άνθρωπο, για την Δημιουργία ολόκληρη. Άρα λοιπόν κλείνεται στον κύκλο «Χριστέ» όλο το μυστήριον της θείας Οικονομίας· το οποίον εδώ ομολογούμε, και με την ομολογία μας αυτή δοξάζομε τον Θεό. Δοξάζομε όχι μόνον το πρόσωπο το δεύτερο της Αγίας Τριάδος, αλλά και τον όλον Άγιον Τριαδικόν Θεόν. Ώστε λοιπόν βλέπομε αγαπητοί μου, ότι το μέρος αυτό, το πρώτο είναι θεολογικό, δοξολογικό και αναφέρεται εις την δόξα του Θεού.

Αλλά και κάτι ακόμα. Είδατε ότι εις την Λειτουργίαν λέμε το Σύμβολον της Πίστεως. Είναι θεμελιώδες αυτό. Τι σημαίνει λέγω το Σύμβολον της Πίστεως; «Πιστεύω ες να Θεόν Πατέρα Παντοκράτορα...καί ες να Κύριον ησον Χριστόν... καί ες τό Πνεμα τό γιον».  Δηλαδή; Αυτό που στο τέλος θα πούμε, συγνώμη, στην αρχή του Συμβόλου της Πίστεως, για να ομολογήσομε, «Πατέρα, Υόν καί γιον Πνεμα Θεόν». Δηλαδή τον Άγιον Τριαδικόν Θεόν. Είναι η υψίστη ομολογία. Είναι η υψίστη θεολογία. Πρέπει λοιπόν να πούμε το Σύμβολο της Πίστεως, για να διακηρύξομε την πίστη μας εις τον Άγιον Τριαδικόν Θεόν, διότι σε λίγο θα κοινωνήσομε, και είναι βαρύτατο αμάρτημα να κοινωνήσει κανείς το σώμα και το αίμα του Χριστού και δεν πιστεύει σε δύο πράγματα. Στην θεότητα, δηλαδή στην Αγία Τριάδα και δεύτερον εις το μυστήριον της θείας Οικονομίας. Βαρύτατο αμάρτημα. Μέχρι που λέγει ο Απόστολος Παύλος: «Γι΄ αυτό αρρωσταίνουν πολλοί και κοιμώνται (:πεθαίνουν) ικανοί». Αυτό είναι το μεγάλο αμάρτημα. Η απιστία. Λοιπόν, ανανεώνομε με το να πούμε το Σύμβολον της Πίστεως, την πίστη μας εις τον Άγιον Τριαδικόν Θεόν και εις το μυστήριον της Θείας Οικονομίας, δηλαδή της Ενανθρωπήσεως.

Έτσι κι εδώ. Όταν λέμε «Κύριε Ιησού Χριστέ», ακούσατέ το, όταν πούμε «Κύριε», στρεφόμεθα εναντίον όλων των αιρετικών, με επικεφαλής τον Άρειον, που αμφισβήτησαν την θείαν φύσιν του Ιησού. Όταν λέμε «Ιησού», στρεφόμεθα εναντίον των μονοφυσιτών οι οποίοι αμφισβήτησαν… -και των Δοκητών, που αμφισβήτησαν την ανθρωπίνην φύσιν του Ιησού. Ότι ήτο κατά το φαινόμενον ή ότι απερροφήθη από την θείαν φύσιν. Κι όταν λέμε «Κύριε Ιησού Χριστέ», ομολογούμε όλο το έργον του Χριστού και στρεφόμεθα εναντίον όλων εκείνων των αιρετικών και μάλιστα συγχρόνων αιρετικών, οι οποίοι δεν ομολογούν τον Ιησούν ως Χριστόν. Δηλαδή, ως λυτρωτήν. Αλλά ως αναμορφωτήν της ανθρωπότητος, ως φιλόσοφον, ως Γκουρού· τελευταία έχομε κι αυτό, ότι είναι διδάσκαλος, με μία ινδική ονομασία, ή ό,τι άλλα θέλετε. Ώστε όταν πω «Κύριε Ιησού Χριστέ» έχω πλήρη ομολογία και στρέφομαι εναντίον όλων των αιρετικών με αυτήν μου την ομολογία.

Άρα; Άρα είναι πλήρης προσευχή, πλήρης προσευχή. Γι'αυτό, αν κάνω μόνον αυτήν την ευχή, τα κάνω όλα. Γι΄αυτό πολλές φορές, ασκηταί που δεν έχουν την δυνατότητα ή δεν θα ήθελαν, απομονωμένοι, να κάνουν ακολουθίες της Εκκλησίας μας, τον Όρθρο, τον Εσπερινό, μένουν στην ευχή μόνη. Γιατί; Είναι πλήρης προσευχή, πλήρης.

Αλλά προσέξτε όμως και κάτι άλλο. Αφού είναι πλήρης προσευχή, και αναφερόμεθα εις το «ελέησόν με», το οποίο θα σας αναλύσω λίγο πιο κάτω, δεν έχομε τι άλλο να πετύχομε παρά περιεκτικότατα την πρακτικήν αρετήν και την θεωρίαν.  Δηλαδή να πετύχομε τις αρετές και να φθάσομε με τον δρόμο της προσευχής, αυτής της ευχής, να φθάσομε να ίδομε το πρόσωπον του Χριστού.

Αλλά προσέξτε όμως. Μερικοί θα έλεγαν την ευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν ημάς». Πολλοί όμως λέγουν «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Αυτό σε τύπον πληθυντικό εκφράζει κάτι. Εδώ οι δύο τυφλοί έλεγαν «λέησον μς». Θα μπορούσε ο καθένας να έλεγε για λογαριασμό του, για τον εαυτό του «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Όπως λέμε στον στρατό πολλές φορές… απαγορεύεται να μιλήσομε σε ένα αίτημά μας σε πληθυντικό αριθμό. «Θέλομε ψωμί. Είμαστε άρρωστοι. Είμαστε κουρασμένοι». Απαγορεύεται. Γιατί θεωρείται στάσις. Θα πεις στον στρατό: «Θέλω ψωμί», όχι «θέλομε». «Είμαι κουρασμένος», «είμαι άρρωστος, δεν μπορώ», όχι «δεν μπορούμε». Εδώ αντίθετα. Δεν υπάρχει κανένας φόβος στάσεως, επαναστάσεως και απειθαρχίας. Υπάρχει η έκφραση της αγάπης. «λέησον μς». Ο κάθε τυφλός δεν μένει στον εαυτό του, αλλά και στον άλλον τυφλόν. Έτσι, άμα λέγουν «λέησον μς», θα ‘θελαν και οι δύο να θεραπευθούν. Θα ‘λεγε ίσως ο καθένας από πλευράς του: «Κύριε, αν θεραπεύσεις εμένα και δεν θεραπεύσεις τον άλλον, μην θεραπεύσεις ούτε εμένα. Και εμένα και τον άλλον». Αυτό εκφράζει πολλή αγάπη. Την δεύτερη εντολή, την μεγάλη, το «αγαπήσεις τον πλησίον σου ως εαυτόν». Όταν λοιπόν λέμε «λέησον μς», αγκαλιάζομε όλους τους φίλους και τους εχθρούς και ολόκληρη την Δημιουργία. Κατά τον τύπον «Πάτερ μν». Δεν λέμε «Πατέρα μου» αλλά «Πάτερ μν», Πατέρα μας. Έτσι, αγαπητοί μου, έχομε μπροστά μας την πλήρωση των δυο εντολών. Της αγάπης προς τον Θεό, στον Οποίον αποτεινόμεθα και τον Οποίον δοξάζομε και ομολογούμε, αλλά και την αγάπη προς τον πλησίον με το να συμπεριλάβομε στην προσευχή μας και τα πρόσωπα των πλαϊνών μας, όλων των ανθρώπων.

Αλλά ακόμα αυτό το «λέησον», τι σημαίνει; Είναι περιεκτική λέξις. Και εκφράζει και δοξολογία και ευχαριστία και μετάνοια και δέηση. Όλα τα εκφράζει, όλα, μα όλα. Είναι περιεκτική αυτή η λέξις όπως σας είπα. Να γίνεις έλεος σε μένα. Να με βοηθήσεις. Να με ελεήσεις. Και τι σημαίνει «ελέησέ με»; Σημαίνει, όπως λέγει ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης «το έλεος του Θεού είναι η Χάρις του Παναγίου Πνεύματος». Αυτό είναι το έλεος του Θεού. Η χάρις του Παναγίου Πνεύματος. Ο δε άγιος Νικόδημος, στην Φιλοκαλία λέγει το εξής περίφημο: «Όταν θέλεις να ζητήσεις το έλεος του Θεού, θα έχεις στον νου σου τα εξής-επί λέξει έτσι τα γράφει. Μάλιστα τα μεταφράζει, είναι στον 5ο τόμο της Φιλοκαλίας, προς το τέλος, τα μεταφράζει για να γίνουν κατανοητά από όλους, για να μην μείνει κανείς που να μην κατανοεί αυτήν την ευχήν- Λυπήσου με και δος μου- πρώτον- πνεύμα δυνάμεως. Δώσε μου την δύναμη, να μην έχω δειλίαν». Διότι η δειλία είναι ίδιον των μη Χριστιανών. Μην το ξεχνάτε αυτό. Οι άνθρωποι που είναι κάτω από την κυριαρχία του σατανά έχουν δειλίαν. Ο πιστός δεν έχει ποτέ δειλίαν. Ακόμη κι όταν στέκομαι μπροστά στον όγκο της πνευματικής ζωής και λέγω … τι θα κάνω εγώ; Κάποτε, όταν διαβάσομε ένα βιβλίο και μας πει κάποιος πνευματικός ή ένα κήρυγμα γίνει, θεωρούμε υπερβολικά αυτά, πολύ βαριά και, είμαστε ανήμποροι εμείς να τα πραγματώσομε. Αγαπητοί μου, μας λείπει πνεύμα δυνάμεως. Γι΄αυτό λέγει ο Απόστολος Παύλος: «δεν μας έδωκε ο Θεός πνεύμα δειλίας, αλλά δυνάμεως και αγάπης και σωφρονισμού».

«Λυπήσου με και δος μου –δεύτερον- πνεύμα σωφρονισμού. Να έχω μυαλό. Να μπορώ». Γιατί η σωφροσύνη έχει δύο σημασίες. Έχει την σημασία να σκέπτομαι σωστά αλλά και ακόμη να διατηρώ μακριά από τα σαρκικά αμαρτήματα το σκεύος μου, που είναι ναός του Θεού το σώμα μου. «Λυπήσου με και δος μου», τρίτον, «πνεύμα φόβου Θεού». Σήμερα προσπαθούμε να βγάλομε από την αγωγή της νεοτέρας γενεάς τον φόβο του Θεού. Και λέμε ότι δημιουργεί συμπλέγματα κατωτερότητος ο φόβος. Δεν είναι ο φόβος που δημιουργεί τα συμπλέγματα. Το δεχόμαστε κι εμείς, ναι. Ο φόβος δημιουργεί συμπλέγματα κατωτερότητος. Είναι κακό πράγμα ο φόβος. Είναι μεταπτωτικό φαινόμενο. Μα όχι ο φόβος του Θεού. Ο φόβος του Θεού είναι γονιμοποιός. Γονιμοποιεί την ψυχή. Διότι όταν λέγει ο Απόστολος «μετά φόβου καί τρόμου κατεργαζόμενοι τήν μν σωτηρίαν», τι άλλο θέλει να πει; Με φόβο και με τρόμο να κατεργάζομαι την σωτηρία μου, μήπως την χάσω, μήπως χάσω τον Θεό. Αυτός ο φόβος είναι γονιμοποιός. «ρχή σοφίας -δηλαδή αρχή αρετής, σοφία στους Εβραίους θα πει αρετή- φόβος Κυρίου». Έβγαλες τον φόβον αυτόν τον γονιμοποιόν; Δεν πρόκειται, αδελφέ μου, ουδέποτε να αποκτήσεις αρετή. Και τότε, από σκαλοπάτι σε σκαλοπάτι θα κατεβαίνεις στο βάθος των κακών και της ασεβείας. Επειδή ακριβώς οι άνθρωποι πέταξαν τον φόβο του Θεού, γι΄αυτό τον λόγο πέφτουν εις τον βυθόν της ασεβείας. Τι είπε ο ληστής ο ένας στον άλλον; «Οδ φοβ σ τν Θεόν;» . «Δεν φοβάσαι τον Θεό; Και βλασφημάς εναντίον του Ιησού;». Ο ένας ληστής επί του σταυρού, στον άλλον ληστήν επί του σταυρού. Δεν φοβάσαι τον Θεό; Δος μου λοιπόν, Κύριε, λυπήσου με και δώσε μου φόβον Θεού.

«Δος μου Κύριε πνεύμα αγάπης. Να σε αγαπώ. Είναι η κορυφή όλων. Να σε αγαπώ. Να φθάνω όταν λέγω την ευχή, να νιώθω ότι δεν υπάρχει τίποτα άλλο στον κόσμο πλην Σου. Ο κόσμος παράγει. Ο κόσμος περνά. Δεν μένει τίποτα εις την θέση του. Βοήθησέ με λοιπόν να αισθάνομαι ότι το μόνο σταθερόν είσαι Συ και μόνον Εσύ. Το μόνον αξιαγάπητον πρόσωπον, το αξιέραστον πρόσωπον, το άκρως εφετόν είναι το πρόσωπό Σου. Βοήθησέ με, λοιπόν, δος μου το έλεός Σου, δηλαδή βοήθησέ με να Σε αγαπήσω. Ναι, Κύριε. Δος μου πνεύμα ειρήνης. Να ειρηνεύει η ψυχή μου. Να είμαι σε συνδιαλλαγή μαζί σου. Να μην αισθάνομαι ένοχος απέναντί Σου. Και μέσ’ τον κόσμον αυτόν να αισθάνομαι ειρήνη. Ότι είμαι ασφαλισμένος μέσα στο χέρι το δικό Σου. Ναι, Κύριε. Δος μου πνεύμα καθαρότητος. Να καθαρεύω σε όλα. Να έχω ειλικρίνεια, να είμαι καθαρός στην ψυχή, καθαρός στο σώμα. Λυπήσου με, Κύριε, ελέησέ με και δώσε μου πνεύμα ταπεινοφροσύνης. Να βλέπω ότι είμαι πολύ μικρός. Ότι είμαι ένα μικρό Σου πλάσμα, πλην πλάσμα Σου. Αλλά πολύ μικρό μέσα στην Δημιουργία. Να αισθάνομαι ότι δεν είμαι τίποτα, ότι το παν είσαι Εσύ».

Έτσι, αγαπητοί μου, θα πουν όλα αυτά και πλήθος όλα τ’ άλλα, ό,τι δεν είπαμε, τα παίρνω από τον άγιο Νικόδημο αυτά που σας είπα, σημαίνουν «λέησον μς». Ελέησέ με. «Κύριε ησο Χριστέ, λέησον μς».

Σύντομη ευχή. Επαναλαμβανομένη. Διαρκώς. Πόσο διαρκώς; Μας το λέγει ο Απόστολος Παύλος: «διαλείπτως προσεύχεσθε». Μπορούμε να δουλεύομε και να ‘χομε στον νου μας τον Θεό. Να ταξιδεύομε, να διαβάζομε, κι εκείνοι που έχουν προχωρήσει στην ευχή, τότε την ευχή την λέγει κι η καρδιά τους όταν κοιμώνται. Παράξενο. Περίεργο. Κι όμως αληθινό, αγαπητοί. Αληθινό είναι. Μπορεί να λέγει κανείς την ευχή όταν κοιμάται; Ναι, σας λέγω, είναι αληθινό! Και επαληθεύει εκείνο που λέγει το «σμα σμάτων»: «γώ καθεύδω καί καρδία μου γρυπνε». Αγρυπνεί η καρδία και λέγει την ευχή. Αλλά μόνον για κείνους που έχουν πάρα πολύ προχωρήσει στην ευχή. Έτσι, λοιπόν, όταν μας παραγγέλλει ο Απόστολος Παύλος «αδιαλείπτως προσεύχεσθε», στο ερώτημα «και τι μπορούμε αδιαλείπτως να προσευχόμεθα», η απάντηση θα ήταν: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον ημάς».

Δεν είναι λοιπόν μία ευχή που αφορά τους μοναχούς. Δεν είναι μία ευχή που βγήκε από τα μοναστήρια. Απλώς καλλιεργείται στα μοναστήρια. Είναι μία ευχή που βγαίνει από την Αγία Γραφή. Βλέπομε αυτούς τους τυφλούς να λέγουν: «Υέ Δαυίδ, λέησον μς». Κύριε, υιέ Δαβίδ, Ιησού, ελέησον ημάς. Χριστέ, ελέησον ημάς. Έτσι μπορούν να την λέγουν όλοι. Καθένας που βαφτίστηκε. Μικρός ή μεγάλος, μορφωμένος ή αμόρφωτος, με πολλήν σοφία κατά κόσμον ή με απλότητα άνθρωπος· που δεν έχει πολλά πράγματα στη ζωή του να ξέρει. Όλοι μπορούν να λέγουν την ευχή. Οπουδήποτε. Και στο κρεβάτι άμα είμαστε άρρωστοι. Κι όταν είμαστε όρθιοι…[Δυστυχώς, στο σημείο αυτό τελείωσε η κασέτα μαγνητοφώνησης της ομιλίας του μακαριστού γέροντα και δεν ολοκληρώθηκε η ηχογράφησή της].

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ

και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,

ψηφιοποίηση της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας και επιμέλεια:

Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος